Πρωταθλήτρια στη φορολογία ακινήτων η Ελλάδα

Είναι η μόνη ευρωπαϊκή χώρα στην οποία επιβάλλεται ταυτόχρονα ΦΑΠ, ΕΕΤΗΔΕ – ΕΕΤΑ και ΤΑΠ, ενώ διαθέτει τον 2ο υψηλότερο συντελεστή στη φορολογία μεταβίβασης ακινήτων.

Του Νικου Χ. Ρουσανογλου 
Δεν θα πρέπει να προξενεί εντύπωση πλέον το γεγονός ότι η Ελλάδα διαθέτει μια από τις υψηλότερες φορολογίες ακινήτων πανευρωπαϊκά. Σύμφωνα με σχετική έρευνα της Διεθνούς Ενωσης Ιδιοκτητών Ακινήτων (UIPI), η οποία...
παρουσιάστηκε χθες στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, προκύπτει, μεταξύ άλλων, ότι η Ελλάδα διαθέτει τον δεύτερο υψηλότερο συντελεστή στη φορολογία μεταβίβασης ακινήτων (10%), πίσω μόνο από το Βέλγιο που διαθέτει συντελεστή 12,5%. Σημειωτέον ότι ο μέσος ευρωπαϊκός φορολογικός συντελεστής κινείται πέριξ του 4%. Η έρευνα φέρει τον τίτλο «Οι ιδιοκτήτες στην Ευρώπη» και έχει ως θέμα της το φορολογικό και νομοθετικό καθεστώς που διέπει την ενοικίαση, κατοχή και μεταβίβαση ακινήτων σε 12 επιμέρους ευρωπαϊκές χώρες, με βάση σχετικά στοιχεία που επεξεργάστηκαν οι ευρωπαϊκές οργανώσεις ιδιοκτητών – μελών της UIPI. Χαιρετισμό στην εκδήλωση απηύθυνε ο πρόεδρος της Δράσης και ευρωβουλευτής Θ. Σκυλακάκης, ο οποίος επεσήμανε την ανάγκη μείωσης των αντικειμενικών αξιών των ακινήτων, κάτι που η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αρνήθηκε πρόσφατα, απαντώντας σε σχετική του ερώτηση, μεταθέτοντας τις όποιες αλλαγές για το 2016.
Βροχή φόρων
Αλλο ένα χαρακτηριστικό συμπέρασμα της μελέτης είναι και το γεγονός ότι η Ελλάδα είναι η μόνη ευρωπαϊκή χώρα στην οποία τα τελευταία χρόνια επιβάλλεται ταυτόχρονα τόσο ετήσιος φόρος περιουσίας (ΦΑΠ) ύψους έως και 2% (επί της συνολικής ατομικής ιδιοκτησίας) όσο και ετήσιος ειδικός φόρος επί των ηλεκτρο δοτούμενων επιφανειών (ΕΕΤΗΔΕ – ΕΕΤΑ) και ετήσιο δημοτικό τέλος ΤΑΠ ύψους 0,025%-0,035%, χωρίς να συνυπολογίζονται τα άλλα δημοτικά τέλη που καθορίζονται ελεύθερα από τους ΟΤΑ (Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης). Επίσης, φορολογείται και η υπεραξία σε περίπτωση μεταπώλησης, με συντελεστή 20%.
Αυτό που παρατηρείται στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης είναι ότι επικεντρώνεται η φορολόγηση είτε στη φορολογία των συναλλαγών ακινήτων (αγοραστών μέσω φόρου μεταβίβασης και πωλητών μέσω φόρων υπεραξίας) είτε στην κατοχή ακινήτων, μέσω μόνιμων ετήσιων φόρων, που επιβαρύνουν τους ιδιοκτήτες. Για παράδειγμα, οι χώρες που έχουν μικρούς συντελεστές φόρων μεταβίβασης συνηθίζουν να φορολογούν υψηλότερα την κατοχή ακινήτων και αντίστροφα.
Αναφορικά με τις επαγγελματικές μισθώσεις, η έρευνα της UIPI διαπιστώνει ότι στην Ελλάδα η νομοθεσία προβλέπει τον μακρότερο (16ετή) χρόνο προστασίας των μισθωτών εμπορικών ακινήτων, ακόμη και αν η διάρκεια που έχουν συμφωνήσει οι δύο πλευρές στο συμβόλαιο είναι μικρότερη. Αντίθετα, οι ενοικιαστές έχουν υποχρέωση να παραμείνουν στο ακίνητο μόνο για ένα χρόνο, ακόμη και αν έχουν υπογράψει για οσοδήποτε μεγαλύτερο διάστημα. Η έρευνα της UIPI έρχεται να συνδράμει την προσπάθεια που έχει ξεκινήσει το τελευταίο διάστημα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, προκειμένου να εξορθολογιστεί η φορολογία ακινήτων στην Ε.Ε. Στο πλαίσιο αυτό, πρόσφατη έκθεση εργασίας της Επιτροπής κατέληγε στο συμπέρασμα ότι το μείγμα φόρων στα ακίνητα είναι μη αποδοτικό σε μια σειρά χωρών, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα. Στην έκθεση γίνονται εισηγήσεις για αλλαγές στον τρόπο φορολόγησης των ακινήτων, δεδομένου ότι σε πολλές περιπτώσεις καταγράφονται υπερβολές. Χαρακτηριστική περίπτωση είναι η Ελλάδα, όπου επισημαίνεται ότι η πρόκληση την οποία καλείται να αντιμετωπίσει η χώρα είναι η στροφή της αγοράς ακινήτων από τους φόρους μεταβίβασης ακινήτων στους επαναλαμβανόμενους (σε ετήσια βάση) φόρους της ακίνητης περιουσίας, όπως επιχειρεί να πράξει η κυβέρνηση με τον νέο ενιαίο φόρο ακινήτων (ΕΝΦΑ).
Ετσι όπως έχει διαμορφωθεί όμως ο ΕΝΦΑ κι εφόσον δεν αλλάξουν οι υπόλοιποι φόροι (μεταβίβασης κ.λπ.), προκύπτει ότι η Ελλάδα θα έχει την 8η υψηλότερη φορολογία περιουσίας (ακίνητα και κεφαλαιακές συναλλαγές) μεταξύ του συνόλου των χωρών-μελών του ΟΟΣΑ. Σύμφωνα με σχετική ανάλυση της Alpha Bank, από μόνος του ο ΕΝΦΑ αντιστοιχεί σε 1,5% του ΑΕΠ (με βάση την παραδοχή ότι θα αποδίδει 3 δισ. ευρώ ετησίως).

Σχόλια