Γενοκτονία Ποντίων

Όταν έφτασαν στον Άγιο Κωνσταντίνο, πέντε έξι δήμιοι άρπαξαν τον παπά, τον κόλλησαν πάνω στην πόρτα της εκκλησίας, τού άνοιξαν τα χέρια και άρχισαν νά τον καρφώνουν. Οι γυναίκες και τα παιδιά έκλεισαν τα μάτια και βάλθηκαν νά ξεφωνίζουν από τη φρίκη..………..Οι θηριώδεις τσετες μπήκαν στό σπίτι του Χατζή Γιώρ, άρπαξαν τούς παπάδες και τούς τράβηξαν από τα γένια. Τούς έκοψαν τα κεφάλια με τα χαντζάρια και τα πέταξαν στό δρόμο. Κατόπιν πήραν τούς τρείς δασκάλους και τον πρόεδρο Αλέξη και τούς έσφαξαν σαν τα κριάρια. Ακολούθησε ένα μακελειό, ένα όργιο σφαγής και αίματος… ΧΡΗΣΤΟΣ ΣΑΜΟΥΗΛΙΔΗΣ – ΤΟ ΟΛΟΚΑΥΤΩΜΑ ΤΗΣ ΑΤΤΑΣ 
Από τό 1461 ξεκίνησε η μαύρη νύχτα της Ρωμιοσύνης του Πόντου, όταν ο Μωάμεθ καταλάμβανε την Τραπεζούντα, έσφαζε τον αυτοκράτορα Δαυΐδ Κομνηνό με τα έξι παιδιά του, κατέστρεφε τα ποντιακά χωριά, ερήμωνε τα βυζαντινά κάστρα και εξισλάμιζε είτε με τη βία είτε με δωροδοκία χιλιάδες Ρωμιούς του Πόντου.

«Οι Τούρκ’ όνταν εκούρσεβαντην πόλ’ την Ρωμανίαν
επάτνανε τα εκκλησιάς

και ‘παίρναν τα εικόνας

επαίρνανε χρυσά σταυρά

και αργυρά μαστραπάδες

επήραν και τη μάνα μ’

σ’ εμεν έμποδος έτον

σά σίδερα κοιλοπόνανεν

αιχμάλωτος θλιμεντσα»
Η υπερήφανη αυτοκρατορία 15 εκατομμυρίων Oρθοδόξων θα εξοντωνόταν και θα κατέληγε μετά από 400 χρόνια σε ένα ερημωμένο έθνος αποτελούμενο από μόλις δύο εκατομμύρια ραγιάδες ορθοδόξους. Ενώ όλοι οι λαοί πολλαπλασίαζαν τον πληθυσμό τους, οι Έλληνες θα μειώνονταν διότι οι εξισλαμισθέντες έχαναν την εθνική τους συνείδηση και τούρκευαν. Αυτά για όσους ομιλούν για ανεκτικότητα και ανεξιθρησκία στην οθωμανική περίοδο. 
Στον Πόντο μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα, τα μοναστήρια της Παναγίας Σουμελά, του Αγίου Ιωάννη Βαζελώνα, της Παναγίας Γουμερά, του Αγίου Γεωργίου Χουτουρά και του Αγίου Γεωργίου Περιστερεώτα κράτησαν με την φλόγα του κεριού και την εικόνα της Παναγίας άσβεστη την πίστη σε ένα κομμάτι του ποντιακού πληθυσμού, ενώ οι υπόλοιποι πληθυσμοί, βιώνοντας ένα ιδιαιτέρως βαρύ τουρκικό ζυγό είτε εξισλαμίζονταν είτε γίνονταν κρυπτοχριστιανοί. Κρυπτοχριστιανοί εμφανίστηκαν στην Αργυρούπολη, στην Κρώμνη, την Σάντα, την Οφη (Οφλήδες), τό Ριζαίον, τό Σταυρί κ.α.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αναφέρει ο μητροπολίτης Χρύσανθος Τραπεζούντος τό 1916. Όταν στην Τραπεζούντα εισήλθε ο τσαρικός στρατός επήλθε μία ανάπαυλα στα μαρτύρια των Χριστιανών και οι Πόντιοι πίστεψαν ότι έφτασαν κοντά στην ανεξαρτησία. Τότε πάνω από διακόσιες χιλιάδες κρυπτοχριστιανοί ήρθαν με τις κρυμμένες εικόνες στον Χρύσανθο και τού ζήτησαν να ασπασθούν επισήμως τον χριστιανισμό. Ο μητροπολίτης Τραπεζούντας, καταβάλλοντας άοκνες προσπάθειες για ανεξαρτησία του Πόντου, είχε έρθει σε επαφή με ηγέτες διεθνώς και είχε καταλάβει την υποκρισία να εκμεταλλευθούν οικονομικά το τουρκικό κράτος, αδιαφορώντας πλήρως για την γενοκτονία των χριστιανών υπηκόων του. Προέβλεψε το μάταιο της υπόθεσης και συνέστησε στους κρυπτοχριστιανούς υπομονή σώζοντας έτσι τη ζωή τους, διότι η τιμωρία τους μετά την επιστροφή των Τούρκων θα ήταν σίγουρος θάνατος. Συγκεκριμένα λέγει:
«Ο Ελληνικός πληθυσμός του Πόντου ανέρχεται εις 850.000 εκ των οποίων 250.000 ευρίσκονται νύν εν τη Νοτίω Ρωσία και τω Καυκάσω. Ο μουσουλμανικός πληθυσμός της ίδιας περιφέρειας υπολογίζεται εις 1.068.000 εκ των οποίων 232.000 κατοικώσιν εις την επαρχίαν Λαζισταν ως εκ τούτου εις την περιφέρειαν του Πόντου μενουσι 836.000 μουσουλμάνοι. Εν άλλαις λέξεσι τό ελληνικόν και τό μουσουλμανικόν στοιχείον είναι περίπου ισάριθμα….
Οι μουσουλμάνοι του Πόντου ανήκωσιν εις διαφόρους φυλάς. Εκ του ολικού αριθμού 340.000 περίπου είναι γνήσιοι Τούρκοι, 200.000 είναι Σουρμενίται, 50.000 Κιρκάσιοι, 200.000 Οφίται και 50.000 Σταυριώται. Οι Σταυριώται είναι χριστιανοί, ούς η τουρκική κυβέρνησις παρά τας διαμαρτυρίας αυτών ηνάγκασε νά μείνουσι προσαρτημενοι εις τον ισλαμισμόν. Οι Οφίται και οι Τονγιαλήδες ουδέποτε ελησμόνησαν την ελληνικήν καταγωγήν των. Οι Οφίται εξισλαμίθησαν πρό 180 ετών. Διατηρούσιν εισετι χριστιανικά τινά ήθη. Φυλάττουσι τα Ευαγγελια, ως πολύτιμα κειμήλια, αι δέ σύζυγοί των δεν γνωρίζουσιν καμμίαν άλλην γλώσσαν πλήν της ελληνικής. Κατα τό διάστημα της ρωσικής κατοχής, εζήτησαν δι έπιτροπής νά επιτραπεί αυτοίς νά επιστρέψωσιν εις τας αγκάλας της Ορθοδόξου Εκκλησίας αλλά δεν εθεωρήθη φρόνιμον νά γίνη δεκτη η αίτησίς των, δίοτι ηδύναυο τούτο νά θεωρηθή ως προσυλητισμός, επειδή τη αιτησει αυτών είχαν αναλάβει εγώ την προστασίαν αυτών…
Υπό τοιαύτας συνθήκας ορθόν και δίκαιον είναι όπως η χώρα του Πόντου αποτελέση αυτόνομον ελληνικόν κράτος, συμφώνως πρός την ακλόνητον επιθυμίαν του Ελληνισμού όστις είναι αποφασισμένος να μην υπομείνει πλέον ξένην κυριαρχίαν. Η μεγάλη γειτνίασις πρός τό μέλλον Αρμενικόν κράτος και αι εμπορικαί σχέσεις και τα κοινά δεινά των δύο λαών σχηματίζουσι μεταξύ αυτών δεσμούς τούς οποίους ευχαρίστως θά συνεχίζωμεν….» Διάσκεψη Ειρήνης Παρισίου 1919, Υπόμνημα Χρύσανθου Μητροπολίτου Τραπεζούντος, Αντιπροσώπου Αλύτρωτων Ελλήνων
Η περίοδος της τουρκοκρατίας ήταν πολύ σκληρή στον Πόντο. Τον 17ο αιώνα όταν οι χριστιανοί καταδυναστεύονταν από τούς τερεμπέηδες (μουσουλμάνοι τσιφλικάδες) και από τις επιδρομές των Λαζών, ολόκληρα χωριά ασπάζονταν τό Ισλάμ. Σύμφωνα με τη μαρτυρία του Πατριάρχη Ιεροσολύμων Δοσίθεου, πού επισκέφθηκε τον Πόντο στα 1681, στην Αμισό (αρχαία αποικία των Μιλησίων) δεν υπήρχε ούτε ένας Χριστιανός. Ομοίως εξαφανισμένοι ήταν οι χριστιανοί στη Νεοκαισάρεια, στον Τσαρσαμπά και στα Σούρμενα. Την ίδια περίοδο η Αγιά Σοφία της Τραπεζούντας και ο Άγιος Φίλιππος μετατράπηκαν σε τζαμιά, ενώ εκδιώχτηκαν 8.000 χριστιανικές οικογένειες οι οποίες κατέφυγαν στην ορεινή Τόνγια (Τονγιαλήδες) και στη συνέχεια εξισλαμίστηκαν.
Την εποχή εκείνη, τριάντα κοπέλλες από την Πάφρα είχαν βρεί καταφύγιο σε ένα βυζαντινό κάστρο. Το κάστρο ήταν κτισμένο σε ένα βράχο ύψους 150 μέτρων κοντά στις εκβολές του ποταμού Αλυ. Ο Αλήμπεης τις κάλεσε νά παραδοθούν και νά τις πάρει στο χαρέμι του, όπου θα είχαν όλα τα αγαθά του κόσμου. Οι Ρωμιές όμως ανέβηκαν σε ένα πύργο του κάστρου και χορεύοντας έπεσαν η μία μετά την άλλη στον γκρεμό. Οι Ελληνίδες απαρνήθηκαν τον μουσουλμανικό πολυπολιτισμό και προτίμησαν να αυτοκτονήσουν.
Σύμφωνα με τον Απόστολο Βακαλόπουλο, την εποχή των εξισλαμισμών από τούς τερεπέγηδες, σε μία μόνο μέρα οι Τούρκοι έκοψαν την γλώσσα σε 1.500 Πόντιους της Πάφρας και της Αμισού επειδή μιλούσαν την ελληνική γλώσσα, και μάλιστα την αρχαία αττική και ιωνική διάλεκτο.
Τό 1800, ο σουλτάνος έστειλε Φετβά στούς Ντερεμπέηδες της Πάφρας, σύμφωνα με το οποίο ετίθετο εκτός νόμου το άπιστο και βρωμερό έθνος των γκιαούρηδων. Οι Ντερεμπέηδες, οι οποίοι ήδη από τό 1685 είχαν δικαιοδοσία στη ζωή και την περιουσία των χριστιανών της Πάφρας, με τη δικαιολογία της στρατολόγησης συγκέντρωσαν χιλιάδες άνδρες και τούς μετέφεραν σιδεροδέσμιους στον ποταμό Αλυ. Εκεί δεμένους, τούς πέταξαν στα παγωμένα νερά του ποταμού όπου πέθαναν από πνιγμό. Εικοσιπέντε χρόνια αργότερα ο Άγγλος ιστορικός William Harrison Ainsworth ανακάλυψε σε διάφορα σημεία του ποταμού, σωρούς από κόκκαλα ανθρώπων με δεμένα τα χέρια τους με σύρματα.
Το 1857 ο υποπρόξενος Τραπεζούντας Κ. Κυπριώτης σε εκθέσεις του προς το Υπουργείο Εξωτερικών ανέφερε τα μαρτύρια των χριστιανών του Πόντου και τις βίαιες εξισλαμίσεις στα χωριά Σούρμενα, Μεσαρέα και Κοιλάδι. Πυρπολήσεις εκκλησιών και φόνοι ιερέων γίνονταν ακόμα και στα περίχωρα της Τραπεζούντας. Σύμφωνα με τον Κυπριώτη, συμπαγείς πληθυσμοί κρυπτοχριστιανών υπήρχαν στις επαρχίες Ροδοπόλεως, Χαλδαίας και Τραπεζούντος.
H μαζική εξόντωση των Ποντίων του 20ου αιώνα, άρχισε με την έναρξη του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου το 1914, όταν με την συνέργεια της Γερμανίας αποφασίσθηκε η εξόντωση όλων των χριστιανικών λαών πού ζούσαν στην Οθωμανική επικράτεια. Ελληνικοί πληθυσμοί σε όλη την επικράτεια υπέστησαν ανελέητους διωγμούς, αθρόες σφαγές, δηώσεις, μαζικές εξορίες, ενώ ολόκληρα χωριά παραδόθηκαν στην πυρά. Οι Νεότουρκοι στρατολογούσαν τάχα τούς Ρωμιούς, για τις ανάγκες του πολέμου, αλλά αντί για το μέτωπο τούς μετέφεραν στο εσωτερικό της χώρας, σε στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας ή τάγματα εργασίας (Αμελέ Ταμπουρού), όπου εκεί μέσα σε φρικτές συνθήκες πέθαιναν από τις κακουχίες, τις αρρώστιες και το κρύο.
«Οι πάσης τάξεως στρατολογούμενοι εστέλλοντο νά εργασθούν, υπό την επίβλεψη κτηνωδών τσαούσηδων επί 18 ώρες τό ημερονύκτιο και να σπάζουν λίθους. Κάτω από αφόρητο ψύχος και χιόνια ή κάτω από αφόρητο ήλιο χωρίς επαρκή τροφή, διαρκώς πιεζόμενοι και ραβδιζόμενοι μεταμορφώνονταν σε φαντάσματα ένεκα και της εξαντλήσεως από την ατροφία. Τα άθλια πρόχειρα νοσοκομεία ήταν διαρκώς γεμάτα από ασθενείς, οι οποίοι συνήθως δεν έβγαιναν ζωντανοί από εκεί. Καθημερινά από κάθε νοσοκομείο έβγαιναν δεκάδες νεκροί…» Γεώργιος Βαλαβάνης, Ιστορικός
Ο μητροπολίτης Αμάσειας Γερμανός Καραβαγγέλης ήταν και αυτός αυτόπτης μάρτυρας των τουρκικών θηριωδιών. Όταν πήγε στη Σεβάστεια για να απαλύνει τον πόνο των χιλιάδων φυλακισμένων γνώρισε τα τουρκικά θηρία, τον Ραφέτ Πασά και τον Βαχαδεδίν. Αυτοί είχαν διατάξει τον απαγχονισμό 45 Ρωμιών. Όμως η γυναίκα του Βαχαδεδίν, μαζί με άλλες τουρκάλες, επειδή δεν πρόλαβε το “θέαμα”, διέταξε τούς ζαπτιέδες να ξανακρεμάσουν τα πτώματα πού είχαν κατεβάσει από τις αγχόνες, για να τα δει κρεμασμένα.
Οι χιονισμένες κορυφές του Καυκάσου και η καυτή άμμος της Αραβίας γέμισαν από πτώματα Ρωμιών στρατιωτών. Ελάχιστοι γύρισαν από τα τάγματα θανάτου. Ενας από αυτούς ήταν ο Δημήτριος Τσιρκινίδης:
«Τό Σεπτέμβριο του 1916 με πήραν από το χωριό μου, το Αχτραχμαλού της περιφέρειας Ακ-νταγ-Ματέν, της νοτιότερης πόλης του Πόντου. Μετά από πορεία 35 ημερών και αφού στο δρόμο από τούς 300 πού ξεκινήσαμε υπέκυψαν στην πείνα και στις κακουχίες 70 άτομα, φθάσαμε επιτέλους στο Κοζάτ. Εκεί ξεχώρισαν όσους ήξεραν μία τέχνη και τούς υπόλοιπους, περίπου 150, μάς πήγαν στην πόλη Καρπέρ.
Η κατάστασή μας ήταν άθλια. Τα παπούτσια μας είχαν τρυπήσει και τα δέναμε με σπόγγους, για να τα συγκρατήσουμε. Ήμασταν άπλυτοι και εξαντλημένοι από τις πορείες, αλλά κυρίως από την πείνα. Βρισκόμασταν στο τέλος Οκτωβρίου και το χιόνι άρχισε να πέφτει στην περιοχή. Από το πρωί μέχρι τα μεσάνυχτα κουβαλούσαμε πυρομαχικά κι’ άλλα εφόδια στο στρατό πού πολεμούσε ή επισκευάζαμε τούς δρόμους. Ένα κομμάτι ψωμί και μία νερόβραστη σούπα, δύο φορές την ημέρα, ήταν το φαγητό μας. Κάθε μέρα πέθαινε κάποιος από την εξάντληση ή το ξυλοκόπημα. Πολλές φορές τα παλιά μας τσαρούχια τα ψήναμε στη φωτιά, τα αλατίζαμε και τα τρώγαμε.»
Τα τουρκικά στρατοδικεία στην Αμάσεια εξολόθρευσαν με νομιμοφανείς διαδικασίες δεκάδες χιλιάδες Ρωμιούς του Πόντου. Οι νεότουρκοι διάλεγαν στα θύματα τους ανθρώπους υψηλής μόρφωσης και θέσης, όπως ιερείς, διδασκάλους, τραπεζίτες, εμπόρους, ιατρούς. Κρατούμενοι κατέφθαναν από τα Κοτύωρα, Κερασούντα, Φάτσα, Οινόη, Τραπεζούντα, Πάφρα, Τοκάτη, Κάβζα, Μερζιφούντα και όλοι στοιβάζονταν στη φυλακή. Οι αγχόνες στήνονταν στην πλατεία και χωρίς καμία καθυστέρηση εκτελούνταν οι αποφάσεις τού στρατοδικείου οι οποίες ήταν τελεσίδικες. Για παράδειγμα αναφέρω την απόφαση δικαστηρίου (20 Αυγούστου 1921) πού έστειλε στην αγχόνη 115 Ελληνες από την Αμισό, τό Αλατσάμ και την Πάφρα επειδή είχαν ελληνικά φρονήματα (Γιουνάν φικριντέ). Ο δολοφονός – δικαστής Εμίν βέης έστειλε στην αγχόνη τούς κάτωθι:
Πλάτων Αϊβαζίδης πρωτοσύγκελος, Αντώνιος Ανανιάδης επίτροπος Εκκλησίας, Αντώνιος Τσινόγλου, Πλάτων Γελκεντζόγλου καπνέμπορος, Ιωάννης Μαυρίδης καπνέμπορος, Λάζαρος Αρζόγλου καπνέμπορος, Θεμιστοκλής Ιορδανίδης γραμματέας Μητροπόλεως, Περικλής Κουγιουμτζόγλου, Πελοπίδας Επιφανίδης ιατρός, Ηλίας Χαριτίδης ιατρός, Γιάγκος Ιορδανίδης δικηγόρος, Θεογένης Ενφιετζόγλου έμπορος, Νικόλαος Τεολόγλου έμπορος, Παύλος Παυλίδης, Σωκράτης Σκεντέρογλου, Σπύρος Δερμιτζόγλου, Δημήτριος Παπάζογλου, Γεώργιος και Πλάτων Γελκετζόγλου, Μιχαήλ Αντώνογλου και πλήθος άλλων χριστιανών με ελληνικά φρονήματα. Ερήμην καταδικάστηκε ο μητροπολίτης Αμάσειας Γερμανός Καραβαγγέλης.
«Υπό την ένοχον αδιαφορίαν της χριστιανικής Δύσεως εν έτει 1453 έπεσεν η Κωνσταντινούπολις και εν έτει 1461 η Τραπεζούς και κατεστράφη ολόκληρος ακμαίος πολιτισμός. Τη ενόχω συνεργασία δύο μεγάλων χριστιανικών Δυνάμεων της Δύσεως, της Γερμανίας και της Αυστρίας, κατα τα έτη 1914-1918 εσφάγη υπό των Νεοτούρκων ολόκληρον έθνος το Αρμενικόν και εκατονταδες χιλιάδων Ελλήνων βιαίως απεσπάσθησαν από των εστιών αυτών και απέθανον εν τη εξορία.
Τη ενόχω συνεργασία των συμμαχικών χριστιανικών Δυνάμεων της Δύσεως κατα τα έτη 1919-1922 το εθνικόν κίνημα των τούρκων του Μουσταφά Κεμάλ πασά συνεπλήρωσε το έργον των Νεοτούρκων και κατα εκατονταδες απηγχονίζοντο Έλληνες κληρικοί και πρόκριτοι του Πόντου, ενώ χιλιάδες άλλαι στρατευσίμων νέων κατεδικάζοντο εις τον δια πείνης, και των ταλαιπωριών θάνατον εν τη εξορία. Και επήλθε κατα Αύγουστον του 1922 η Μικρασιατική καταστροφή και επηκολούθησαν εν έτει 1923 η ανταλλαγή των πληθυσμών και η εντεύθεν ερήμωσις Πόντου, Μικράς Ασίας, Θράκης και η καταστροφή ολοκλήρου χριστιανικού πολιτισμού»
 Χρύσανθος Μητροπολίτης Τραπεζούντος
«Τραγική όντως περιπέτεια υπέστη η Σταυροπηγιακή μονή Βαζελώνος. Τη 22 Απριλίου 1916 ο τούρκος ταγματαρχης του σταθμού “Καλογέρ Χανί”, περιέζωσε ταύτην δι’ αποσπάσματος… διαταξας τούς ενοίκους όπως εντός τεσσάρων ωρών εγκαταλείψωσιν την Μονήν και αναχωρήσωσιν εις τό εσωτερικόν της περιφέρειας Αργυρουπόλεως…
Ευθύς δέ μετα την έξωσιν αυτών, στίφη τούρκων στρατιωτών, συμμοριτών, χωρικών και γυναικοπαίδων, επιδράμοντα ήρξαντο νά λεηλατώσι την μονήν. Άπασα η κινητή περιουσία αυτής αφηρέθη, τό θησαυροφυλάκειον απεγυμνώθη καθ’ ολοκληρίαν, τό αρχειοφυλάκειον απετεφρώθη μεθ’ όλων των εν αυτώ κειμηλίων: Χρυσόβουλων, κωδίκων, χειρογράφων, ευαγγελίων και λοιπών βιβλίων, ο ναός εσυλήθη αι βιβλιοθήκαι διηρπάγησαν και τέλος το πάν εν τη Μονή κατεστράφη.
Μετα την συμπλήρωσιν της λεηλασίας οι επιδρομείς μετέβαλον την Μονήν εις τόπον σφαγής, ακολασίας και αγριοτήτων. Συλλαμβάνοντες εις τα δάση ωδήγουν εις την Μονήν γυναίκας και παρθένους, τας οποίας βιάζοντες κτηνωδώς πρότερον αποκεφάλιζον έπειτα, προς τούτοις και πολλούς άνδρας εφόνευσαν. Ούτω μεταξύ άλλων εφονεύθησαν εντός της Μονής οι εκ του χωρίου Θέρσας: Παναγιώτης Ιορδάνογλου, Γεώργιος Γερινόγλου, ιερεύς Κωνσταντίνος Παπαδόπουλος μετά της συζύγου αυτού και η Δέσποινα Τσιρονίδου. Η τελευταία αύτη συλληφθείσα μετά των άλλων εντός του δάσους εγυμνώθη και ητιμάσθη υπό εννέα βδελυρών συμμοριτών διατρηθείσα είτα τό στήθος διά ξίφους…»                        Μαύρη Βίβλος Πατριαρχείου
Οι εκκλησιές μας και τα μοναστήρια μας όχι μόνο βεβηλώθηκαν, όχι μόνο «μαγαρίστηκαν» αλλά αποτέλεσαν τόπους φρικτών μαρτυρίων γιά τούς δυστυχείς Ρωμιούς. Ιδού ένα ακόμα δείγμα της ανεκτικότητας και πολυπολιτισμού της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας:
«Με πολλά βάσανα επιτέλους φτάσαμε στην Κερασούντα. Η πόλη ήταν γεμάτη από ρακένδυτους πρόσφυγες που έφευγαν από την τρομοκρατία των Τούρκων της υπαίθρου και συγκεντρώνονταν στις πόλεις. Εκεί, στην Κερασούντα, μας προειδοποίησαν οι συμπατριώτες μας ότι μαζεύουν όλους, και τους μεν μεγάλους τους κλείνουν στην εκκλησία του Αγίου Γεωργίου για να τους εξορίσουν κάθε φορά που συμπλήρωνε ο αριθμός των 250 ατόμων, τους δε μικρούς τους οδηγούν με μικρά καΐκια σ΄άγνωστα μερη.
Στην εκκλησία του Αγίου Γεωργίου δεν συμπληρώθηκε σχεδόν ποτέ ο αριθμός 250, γιατί εκεί χωρίς φαγητό, χωρίς νερό, μέσα στις ίδιες τους τις ακαθαρσίες, σε λίγες μέρες πέθαιναν οι περισσότεροι. Με τα ίδια μας τα μάτια είδαμε εγώ και ο αδελφός μου να μεταφέρουν τα παιδιά λίγο παρά έξω από την Κερασούντα κι εκεί να τα παραδίδουν στους άγριους Τσέτες αντάρτες. Αυτοί τα άρπαζαν από τα πόδια και χτυπούσαν τα κεφάλια τους πάνω στα μεγάλα βράχια της ακτης. Ηταν Νοέμβριος του 1916.»                                   Αφήγηση Ευριπίδη Τσιρκινίδη, 15 Αυγούστου 1962
Ο δημοσιογράφος Νικόλαος Καπετανίδης μέσα από την γραφίδα του αγωνίστηκε για την ανεξαρτησία του Πόντου. Ήταν παλληκάρι, ήταν πατριώτης, ήταν αγωνιστής. Ο παράτολμος δημοσιογράφος δεν προσκύνησε και μάλιστα είχε προβλέψει τη μοίρα του, αφού σε επιστολή πού είχε στείλει σε φίλο του, είχε γράψει: “Nά ξέρεις ότι τό κεφάλι μου δεν στέκεται καλά στούς ώμους μου. Χαλάλι όμως γιά την πατρίδα.” Και πράγματι ο Νίκος Καπετανίδης………….έχασε τό κεφάλι του:
«Όταν ο πρόεδρος Εμίν μπέης του ανέγνωσε το κατηγορητήριον, ότι επεδίωκε την ανεξαρτησία του Πόντου, ο Τραπεζούντιος δημοσιογράφος Νίκος Καπετανίδης, τον διέκοψε:
- Όχι, κύριε πρόεδρε! Εγώ ήθελα την απ’ ευθείας ένωσιν του Πόντου με την Ελλάδα!…
Κάτω απ’ τον ίσκιο της αγχόνης χρειαζόταν θάρρος υπεράνθρωπο για να μπορεί να μιλά έτσι. Αγωνιστής όμως άφοβος, αληθινός και συνεπής με τα γραφτα του μεχρι την έσχατη ώρα, ψυχή μέχρι τα τρίσβαθά της ελληνική, αντίκρυσε τον θάνατο με καταφρόνια. Στα τελευταία γράμματα που έστελνε σπίτι του έγραφε:
«Θα μάθετε από τους ολίγους που θα περισωθούν ότι μήτε το θάρρος μήτε η ψυχραιμία μ’ εγκατέλειψαν ως την τελευταία μου στιγμή… Εν τούτοις η ψυχή μου βαρύτατα πενθεί διότι σας αφήνω για πάντα… Τέτοιος θάνατος σαν τον δικό μου είναι ωραίος, δοξασμένος… Γι’ αυτό μη λυπηθήτε… Εσύ, μανούλα μου, εγκαρτέρησε. Ετίμησα τα στήθια σου και τ’ όνομά σου με τον θάνατό μου… Ο θάνατος είναι τιμή για όλους μας. Θαρσείτε και καρτερείτε, μια φορά κανείς πεθαίνει…».
Το κατηγορητήριο που τον οδήγησε στην αγχόνη ανέφερε τα «ελληνικά φρονήματα του» – γιουνάν φριγκριντέ – και «διότι εσκέπτετο και ενήργει μετ’ άλλων να ιδρύσουν την Δημοκρατίαν του Πόντου». Η τελευταία του κραυγή όταν ανέβηκε στην αγχόνη ήταν:
- Ζήτω η Ελλάς! Έτσι ηρωικά και περήφανα πέθανε ο άφοβος δημοσιογράφος. Η εκτέλεσή του όπως και των άλλων διαλεχτών Τραπεζουντίων, έκανε βαθύτατη αίσθηση ακόμα και στους Τούρκους της πόλης μας, σε τέτοιο σημείο μάλιστα, ώστε όταν ζητήθηκε απ’ τα δικαστήρια της Αμάσειας να σταλούν εκεί κι όσοι άλλοι είχαν εργαστεί για την ανεξαρτησία του Πόντου ή ήσαν απλώς ύποπτοι, οι τούρκικες αρχές απάντησαν: «Δεν έχομε εδώ άλλους επαναστάτας».  Γή του Πόντου – Δημήτρης Ψαθάς
Τα μέλη Αμερικανικής Επιτροπής Βοηθημάτων μεταξύ των οποίων, ο ταγματάρχης Γόουελ, ο ιατρός Μάρι Ουάρντ και η Ισαβέλα Χάρλεϋ διευθύντρια ορφανοτροφείου, που είχαν φτάσει μέχρι το Χαρπούτ, συνέταξαν μια έκθεση για τις τουρκικές φρικαλεότητες. Στην έκθεση ανέφεραν ότι τον Οκτώβριο του 1921 έφθασαν στό Χαρπούτ μόνο 5.000, από τούς 30.000 Πόντιους πού είχαν ξεκινήσει την πορεία θανάτου. Ένας Αμερικανός υπάλληλος μέτρησε κατά την διαδρομή 1.500 πτώματα, τα οποία έγιναν βορά των σκύλων και γυπαετών, αφού οι Τούρκοι απαγόρευαν την ταφή τους. Σύμφωνα πάντα με την έκθεση του ταγματάρχη οι γυναίκες πέρασαν τρομερά μαρτύρια, αφού τις βίαζαν μέχρι νά ματώσουν, τις παράταγαν μισοπεθαμενες στους δρόμους, ενώ πολλοί Τούρκοι έπαιρναν κορίτσια γιά τα χαρέμια τους.
«Κατόπιν ανεκδιηγήτων μαρτυρίων έφθασαν δι’ ιστιοφόρου εις Μήδειαν την 8ην Μαίου 1922, προερχόμενοι εκ Πάφρας, 21 Έλληνες Πόντιοι. Οι μάρτυρες ούτοι, φυγόντες εκ της κολάσεως εκείνης, μετα τρομεράν οδύσσειαν, έφθασαν δια Μηδείας εις Κωνσταντινούπολη και παρεδόθησαν εις τους Αγγλους. Οι Τούρκοι εζήτουν επιμόνως να τους παραλάβουν, χαρακτηρίζοντες αυτούς ως ληστάς, αν και μεταξύ αυτών ευρίσκοντο γυναίκες και παιδιά. Ούτοι διηγήθησαν τας φρικώδεις καταστροφάς της Πάφρας.
Εκ των 266 Ελληνικών χωρίων της περιοχής, 80 είχαν καεί μέχρι της στιγμής εκείνης, εις δε τα υπόλοιπα εγκαταστάθηκαν Τούρκοι αφού ο ελληνικός τους πληθυσμός είχε εκτοπισθή. Εκ των σφαγέντων προκρίτων της Πάφρας ανέφερον τους αδελφούς Γεώργιον και Πλάτωνα Γελγκεντζόγλου, Ιωάννην Μακρίδην και Γεώργιον Χατζηαντώνογλου, τον Αλέκον Ορτουλόγλου, την Γιοβανήν Ντανόγλου εκ Σαμψούντος, τον Αλέκον Αχτίρογλου και Κώσταν Τσινέκογλου μετα του αδελφού του Ανέστη. Περί τας 500 παρθένοι υπέστησαν τα πάνδεινα υπό του θηριώδους διοικητού Πάφρας Τζεμάλ Βέη δια να αναγκασθούν να εξομώσουν. Όσαι αντέστησαν διεσκορπίσθησαν κατά αγέλας πανταχού όπου και όλαι απωλέσθησαν. Όλα τα άρρενα παιδία τραγικώτατα εσφάγησαν».   Σύγχρονος Γενική Ιστορία του Πόντου – Γ. Κ. Βαλαβάνης
Παρατίθεται η επιστολή του Οικουμενικού Πατριαρχείου προς την Κοινωνία των Εθνών, η οποία εστάλη στις 13 Νοεμβρίου 1921:
«Όσον δήποτε βαρύς και αν υπήρξεν ο τουρκικός ζυγός δια μέσου των αιώνων ουδέποτε οι Χριστιανοί της Τουρκίας εξετέθησαν εις μεγαλειτέρας καταστροφάς, ειμή υπό το επαναστατικόν καθεστώς του Μουσταφά Κεμάλ. Οι Τούρκοι της σήμερον προσπαθούσι να πραγματοποιήσωσι δια των ερημώσεων, σφαγών και βιαίων εξισλαμίσεων το εθνικιστικόν των πρόγραμμα, το οποίον δεν κατώρθωσαν να φέρουν εις πέρας οι πρόγονοί των κατα τον 16ον αιώνα.
Το Οικουμενικόν Πατριαρχείον επεθύμει να δώση επακριβή εικόνα της καταστάσεως εν τη χώρα, αι Κεμαλικαί όμως αρχαί, πλήξασαι τους διαφόρους κατά τόπους θρησκευτικούς αρχηγούς των Ελληνικών Κοινοτητων εν Μικρά Ασία απεξένωσαν τούτο πάσης επικοινωνίας μετ’ αυτών. Εν τούτοις πληροφορίαι άλλων αξιόπιστων πηγών επιτρέπουν να σχηματίση τις ιδέαν των φοβερών Τουρκικών θηριωδιών εναντίον των Ελλήνων και εις αυτά τα πλέον απομεμακρυσμενα σημεία του εσωτερικού. Ούτω:
Εις τας επισκοπάς του Πόντου και τας επισκοπάς της Αγκύρας, της Καισαρείας, του Ικονίου, της Ηλιουπόλεως, της Πισσιδείας και της Φιλαδελφείας πάντες οι Έλληνες από 15 μεχρις 70 ετών εξετοπίσθησαν εις Βαν Βιτλίς, Διαρβεκήρ, Ερζερούμ και Μαμουρέτ-ουλ-Αζίζ και μάλιστα υπό περιστάσεις, αι οποίαι επέφερον τον θάνατον εις τους περισσοτέρους εξ αυτών.
Περί τα τέλη του παρελθόντος Ιουνίου και αρχάς Ιουλίου καραβάνια Ελλήνων, εξορισθέντων κατά χιλιάδας απεδεκατισθησαν υπό των συνοδών των. Χιλιάδες εξ αυτών εφονεύθησαν πλησίον του Κοβάκ, εις το Τσιουμπούς Χαν, εις Τσακαλή επί του όρους Μαμούρ Δάγ.
Επτά ιερείς της περιφερείας Πάφρας Αλάτσαμ εσταυρώθησαν. Ο ιερεύς του χωρίου Τέπετσηκ υπέστη την ιδίαν τύχην. Ο επίσκοπος Ζήλωνος Ευθύμιος απέθανεν εις τας φυλακάς εν Αμασεία (κατ’ άλλους δηλητηριασθείς). Ο Έλλην αρχιεπίσκοπος και ο Αρμενιος τοιούτος του Ικονίου εξωρίσθησαν εις Ερζερούμ. Ο επίσκοπος Αριστείας Ιερόθεος απήχθη προς άγνωστον κατεύθυνσιν.
Ο Μουσταφά Κεμάλ ίδρυσε τα δικαστήρια της Ανεξαρτησίας, άτινα δεν παύουν από του να καταδικάζουν αδιακόπως τους Χριστιανούς και ιδιαιτέρως τους Έλληνας, τους εξασκούντας επιρροήν παρά τοις ομοφύλοις των.
Τον Σεπτέμβριον και τον Οκτώβριον παιδία 15 και 12 ακόμη ετών όλης της περιφερείας Σινώπης μετεφέρθησαν εις το εσωτερικόν. Εν Πάφρα, Λαοδικεία, Τσαρσαμπά, Αλάτσαμ, Καβάκ, Κάβζα, Μερζιφούν, Κιρκ, Χαρμάν, Μεσσουδιέ, Νίκσαρ, Έρπαα και πολλά άλλα μερη εφονεύθησαν πάσαι αι γυναίκες και τα παιδιά. Παρόμοια εγκλήματα έλαβον χώραν εις την επισκοπήν Ροδοπόλεως ως και εις την επισκοπήν Ικονίου. Δύναταί τις να κρίνη περί της εκτασεως των καταστροφών πληροφορούμενος ότι 338 χωρία της περιφερείας Αμασείας κατεστράφησαν δια πυρός και σιδήρου.
Ιδού εν ολίγοις ο απολογισμός της μεχρι σήμερον φρικώδους καταστασεως των Χριστιανών της Ανατολίας, τον οποίον το Οικουμενικόν Πατριαρχείον φέρει εις γνώσιν της Κοινωνίας των Εθνών με την ελπίδα ότι θα προκαλέση την προσοχήν ταύτης προς σωτηρίαν των εναπολειφθέντων αδελφών ημών».
***********************
Η 19 Μαΐου αποτελεί ημέρα μνήμης και αιωνίου πένθους για τον Ελληνισμό…………πηγή: http://www.agiasofia.com

Σχόλια