ΠΡΟΒΟΠΟΥΛΟΣ : ΛΙΓΟΤΕΡΟ ΕΝΤΟΝΗ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΥΦΕΣΗ

Από τα χείλη του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος κ. Γ. Προβόπουλου για την κατάσταση της Ελληνικής οικονομίας που παράλαβε το ΠΑΣΟΚ το 2009
Ομιλία του Διοικητή κ. Γεωργίου Προβόπουλου στην Ετήσια Σύνοδο του ΔΝΤ στις 6-7 Οκτωβρίου 2009
Ομιλητής: Γεώργιος Α. Προβόπουλος
Η παγκόσμια οικονομία εξέρχεται σταδιακά από τη σοβαρότερη κρίση της μετά τη Μεγάλη Ύφεση της δεκαετίας του 1930. Η παρούσα κρίση ήταν τόσο σοβαρή επειδή στο επίκεντρό της βρισκόταν το χρηματοπιστωτικό σύστημα, με αποτέλεσμα οι επιδράσεις της να μεταδοθούν γρήγορα σε όλους τους τομείς οικονομικής δραστηριότητας και σε όλες τις χώρες.
Οι συνέπειες της κρίσης μεγεθύνθηκαν από την κατάρρευση της εμπιστοσύνης των επιχειρήσεων και των καταναλωτών. Ιστορικά έχει παρατηρηθεί ότι, μετά από μια χρηματοπιστωτική κρίση που έχει επίκεντρο το τραπεζικό σύστημα και εκδηλώνεται υπό συνθήκες ραγδαίας αύξησης των πιστώσεων και ταχείας ανόδου των τιμών των περιουσιακών στοιχείων, είναι πιθανόνα επακολουθήσει σοβαρή οικονομική ύφεση. Αυτό συνέβη και με την παρούσα κρίση.
Οι παρεμβάσεις πολιτικής για την αντιμετώπιση της κρίσης υπήρξαν γρήγορες, τολμηρές και χωρίς ιστορικό προηγούμενο. Οι παρεμβάσεις αυτές μείωσαν την αβεβαιότητα και βελτίωσαν το οικονομικό κλίμα.
Η κατάσταση της ελληνικής οικονομίας
Η οικονομική ύφεση ήταν λιγότερο έντονη στην Ελλάδα συγκριτικά με πολλές άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Αυτό όμως οφείλεται σε παράγοντες που, αν δεν αντιμετωπιστούν, θα μειώσουν τις αναπτυξιακές δυνατότητες της χώρας μεσοπρόθεσμα. Ειδικότερα, οι επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας κατά τη διάρκεια της κρίσης αντανακλούν το σχετικά χαμηλό βαθμό εξωστρέφειάς της και την επιδείνωση των δημόσιων οικονομικών, τα οποία ήδη πριν από την εκδήλωση της κρίσης βρίσκονταν σε ανησυχητική κατάσταση.
Πάντως, ένας παράγοντας ο οποίος στήριξε την ελληνική οικονομία ήταν η υγεία του τραπεζικού συστήματος. Οι ελληνικές τράπεζες δεν είναι εκτεθειμένες σε τοξικά στοιχεία ενεργητικού και η έκθεσή τους στις αναδυόμενες οικονομίες της ΝΑ Ευρώπης έχει παραμείνει σε ελεγχόμενα επίπεδα. Την υγεία του ελληνικού τραπεζικού συστήματος επιβεβαίωσε και η άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων (stress test) που πραγματοποιήθηκε πρόσφατα σε στενή συνεργασία με το ΔΝΤ.
Οι σχετικά υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας μετά την ένταξή της στη ζώνη του ευρώ αντανακλούν μια διαδικασία πραγματικής σύγκλισης. Για να επιτύχει διατηρήσιμα υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης στο μέλλον, η Ελλάδα θα πρέπει να αντιμετωπίσει ορισμένες βασικές προκλήσεις, που αντανακλώνται στο χρονίως πολύ μεγάλο έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, στα υψηλά δημοσιονομικά ελλείμματα και στα ανησυχητικά επίπεδα του δημόσιου χρέους. Αυτές οι ανισορροπίες οφείλονται σε διαρθρωτικές δυσκαμψίες, οι οποίες διαχρονικά έχουν διαβρώσει τη διεθνή ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας. Προκειμένου να αποκατασταθεί η ανταγωνιστικότητα και να εξαλειφθούν οι ανισορροπίες, απαιτείται να εφαρμοστούν ταυτόχρονα: Πρώτον, ένα πολυετές πρόγραμμα δημοσιονομικής εξυγίανσης, το οποίο θα συμβάλει στη μείωση των ασφαλίστρων κινδύνου που ενσωματώνονται στα επιτόκια δανεισμού του Δημοσίου και θα ενθαρρύνει την ανάληψη ιδιωτικών επενδυτικών πρωτοβουλιών, μεγεθύνοντας έτσι το αναπτυξιακό δυναμικό της οικονομίας. Δεύτερον, τολμηρές και εκτεταμένες θεσμικές μεταρρυθμίσεις στο δημόσιο τομέα και διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στις αγορές προϊόντων και εργασίας, οι οποίες μπορούν να ενισχύσουν την παραγωγικότητα και να αυξήσουν το ποσοστό απασχόλησης. Μόνο με την προώθηση αυτών των μεταρρυθμίσεων θα μπορέσει η ελληνική οικονομία να γίνει πιο ανταγωνιστική και να αυξήσει το αναπτυξιακό της δυναμικό και την ευημερία των πολιτών της.
Η ευρεία υποστήριξη που έλαβε η πρόσφατα εκλεγμένη ελληνική κυβέρνηση θα διευκολύνει σημαντικά την υλοποίηση των απαιτούμενων μεταρρυθμίσεων.

Σχόλια